Τι είναι καλό παιδί;, π. Ιωάννης Καλογερόπουλος

Πολλές φορές αναφερόμαστε σε   συζητήσεις μας  σχετικές με τα παιδιά μας, διατυπώνοντας διάφορους χαρακτηρισμούς γι’ αυτά. Συνήθως οι χαρακτηρισμοί αυτοί αναφέρονται  κυρίως στο διαχωρισμό του «καλού» και «κακού» παιδιού.  Τι είναι όμως καλό παιδί, ή μάλλον ποιο είναι το καλό παιδί; 
«Καλό» παιδί συνήθως ονομάζουμε το παιδί εκείνο το οποίο δεν μας  δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα στο  μεγάλωμά του. 
Είναι το παιδί που είναι υπάκουο,  μελετηρό, ήσυχο και δεν μας χαλάει χατίρι σε γενικές γραμμές και κατά συνέπεια δεν μας κουράζει. 
Όμως   η οικογένεια είναι ένας τόπος όπου μικροί και μεγάλοι καλούνται να ωριμάσουν. Και τα παιδιά, αλλά και  οι γονείς!
Τα  «καλά» παιδιά οι γονείς,  τα χρειαζόμαστε για να αισθανόμαστε πρώτα εμείς καλά ότι τα καταφέρνουμε σαν γονείς, αλλά και να αισθανόμαστε καλά απέναντι στους συγγενείς   και στους γνωστούς μας. Είμαστε άνθρωποι και έχουμε αυτή την ανάγκη. Τα παιδιά όμως, που μας ταιριάζει ο χαρακτήρας τους, δεν μας ωριμάζουν. Τα παιδιά δηλ. από τα οποία δεν συναντήσαμε ιδιαίτερα προβλήματα στο μεγάλωμά τους δεν μας βοηθούν να ωριμάσουμε.
 Και ποια παιδιά άραγε μας ωριμάζουν; Αυτά που μας δυσκολεύουν στο μεγάλωμά τους, που σκοντάφτουμε πάνω στο χαρακτήρα τους. Και να γιατί. Γιατί το παιδί που μας ταιριάζει απευθύνεται σε περιοχές του χαρακτήρα μας που ήδη είναι ανεπτυγμένες και τις ξέρουμε. Ο χαρακτήρας του παιδιού που δεν μας ταιριάζει απευθύνεται σε περιοχές που δεν τις ξέρουμε και δεν τις έχουμε αναπτύξει.
Ας βοηθηθούμε με κάποια  παραδείγματα: Μας αρέσει η κουβέντα με τα παιδιά. Έχουμε όμως ένα παιδί κλειστό, που δεν μιλάει. Το παιδί αυτό απευθύνεται στην ικανότητά μας να μπορούμε να δημιουργούμε ένα κλίμα εμπιστοσύνης, έτσι ώστε να μπορέσει να μιλήσει και να το προσεγγίσουμε. Αυτό προϋποθέτει μια ικανότητα, την οποία ίσως να μην έχουμε αναπτύξει μέχρι τώρα. Προϋποθέτει την ικανότητα να ακούμε. Υπάρχουν παιδιά που είναι πολύ ευαίσθητα ή και ολιγόλογα. Εάν εμείς έχουμε συνηθίσει με ένα παιδί που μιλάει πολύ εύκολα, δεν ακούμε όλα όσα λέει… Μερικές φορές ό,τι μας λέει από το ένα αυτί μπαίνει και από το άλλο βγαίνει, γιατί είμαστε και αφηρημένοι. Άνθρωποι είμαστε!
Σε ένα άλλο παιδί, που είναι εξωστρεφές, μπορεί εμείς να σχολιάζουμε αυτά που λέει και το παιδί να μην νοιάζεται και να συνεχίζει να μιλάει και το άλλο παιδί, το κλειστό, να επηρεάζεται πάρα πολύ από αυτά που θα πούμε εμείς, από τα σχόλιά μας. Και απορούμε: «Μα, καλά τι είπα; Δεν είπα και τίποτα. Πώς το πήρε τόσο βαριά;». Το παιδί αυτό απευθύνεται σε μια ικανότητα που δεν έχουμε αναπτύξει: την ικανότητα να λέμε την γνώμη μας, να βοηθάμε το παιδί μας, χωρίς όμως να το πληγώνουμε.
Άλλοτε πάλι μπορεί να έχουμε το παιδί με τους πολλούς στόχους, ένα παιδί μας που το χαρήκαμε και προωθούμε και εμείς τους στόχους του και από την άλλη ένα παιδί μας που απογοητεύεται εύκολα ή και δεν εμφανίζει στόχους. Τούτο εδώ το παιδί μας το αντιμετωπίζουμε σαν ένα πρόβλημα συνήθως. Λέμε «μα γιατί;» σαν να έπρεπε να ήταν κι αυτό σαν τον πρώτο χαρακτήρα, σαν εκείνος να είναι ο κανονικός και τούτος να είναι ο προβληματικός! Καμιά φορά βλέπουμε ότι αυτά τα παιδιά είναι υγιέστερα από εκείνα που βάζουν πάρα πολλούς στόχους, και προχωρούν και βάζουν τον «αυτόματο πιλότο» και πετυχαίνουν τους στόχους τους.
Γιατί; Διότι για τα παιδιά εκείνα που βάζουν πάρα πολλούς στόχους και τα καταφέρνουν καλά, οι στόχοι τους είναι λίγο απρόσωποι. Δηλαδή δεν έχουν πολύ προσωπική σημασία για τα ίδια τα παιδιά. Τους βάζουν επειδή έτσι πρέπει, βάζουν μπρος την μηχανή, δουλεύουν και φέρνουν βαθμούς.
Τα παιδιά που δεν βάζουν στόχους, και αποθαρρύνονται εύκολα, συνήθως ζητάνε κάτι πιο προσωπικό, ζητάνε κάτι να τα αγγίζει προσωπικά σε βάθος και δεν το βρίσκουν.
Η διαφορά λοιπόν των χαρακτήρων μας καλεί να ωριμάσουμε, διότι μας υποδεικνύει περιοχές της ψυχής μας που έμειναν άγνωστες ή και  αναξιοποίητες. Και εμείς πρέπει να ανοιχθούμε σε έναν τομέα που δεν γνωρίζουμε και αυτό είναι ωρίμανση.
Τα καλά παιδιά λοιπόν δεν μας βοηθούν, έστω κι αν δεν μας δυσκολεύουν στο μεγάλωμά τους.
 Τέλος είτε μιλάμε για σχέση με τον/την  σύντροφο, είτε για σχέση με παιδί, δοκιμάζεται η ικανότητά μας να μπορούμε να συναντήσουμε τον άλλον πραγματικά εκεί που είναι, να τον αποδεχθούμε εκεί που πραγματικά είναι. Κι όταν τον αποδεχθούμε εκεί που είναι, τότε μπορούμε και να αλλάξουμε τον άλλον, τότε και  μόνο τότε. Αυτό άλλωστε είναι και το  βαθύτερο νόημα της σχέσης του ανθρώπου με τον Θεό.
Ο Θεός μας αποδέχθηκε εκεί που ήμασταν. Ήρθε, έγινε σαν εμάς και μπόρεσε και μας άλλαξε –μας μεταμόρφωσε. Αλλιώς αν μας απέρριπτε και μας καλούσε να κάνουμε εμείς αυτό το βήμα, αυτό θα ήταν σίγουρα και θεολογικά αδύνατο.
Ας  ασχοληθούμε λοιπόν περισσότερο  με τα «κακά» παιδιά μας, γιατί αυτά είναι εκείνα που  μας είναι τελικά περισσότερο   χρήσιμα στην πορεία της  όλης ζωής μας !  
Και να μην λησμονούμε  ποτέ βέβαια ότι  όλη η  κτίση και όλα τα δημιουργήματα της, που είναι έργο του ενός και  Τριαδικού Θεού, είναι "καλά λίαν",   άρα και όλα τα παιδιά μας.

Του π. Ιωάννη Καλογερόπουλου