Μη Θρησκευτικά, προς Θεού !

μαθητεςΟ μεγάλος μας λογοτέχνης Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης περιγράφει σε ένα διήγημά του τη στάση των συγχρόνων του νεοελλήνων έναντι της πίστης και της ελληνορθόδοξης παράδοσης με τη φράση «Μη Θρησκευτικά, προς Θεού». Ο παπαδιαμαντικός λόγος εξακολουθεί να λειτουργεί προφητικά και στις μέρες μας, για μερίδα συγχρόνων διανοουμένων και ιδεολόγων, που θεωρούν τα Θρησκευτικά, όπως και την Ιστορία, μαθήματα που προάγουν τον φονταμενταλισμό και τον εθνικισμό!

Η αθρόα είσοδος και μόνιμη εγκατάσταση οικονομικών μεταναστών και προσφύγων στην πατρίδα μας, έδωσε τη δυνατότητα στα παιδιά τους να ενταχθούν ισότιμα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Και επειδή το δημογραφικό πρόβλημα οξύνεται στην πατρίδα μας, σε αρκετά σχολεία -και στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά κυρίως στην επαρχία-, πολλοί μαθητές είναι γόνοι μεταναστών, ενώ σε μικρά σχολεία και όλοι σχεδόν. 
Είναι αυτονόητο ότι οι μετανάστες και πρόσφυγες είναι άνθρωποι, και για την Εκκλησία μας εικόνες Θεού. Άρα, κάθε έννοια ρατσισμού και ξενοφοβίας δεν μπορεί να σχετίζεται με την παράδοση, το ήθος και την ιστορία της πατρίδας μας, και, βεβαίως, της πίστης. Εγείρεται όμως μείζον το πρόβλημα κατά πόσον τα παιδιά των μεταναστών και των προσφύγων θα ακολουθήσουν όλες τις παραμέτρους του εκπαιδευτικού μας συστήματος, θα μάθουν τη γλώσσα, την ιστορία, την πίστη μας ή θα επιλέξουν να μην παρακολουθούν μαθήματα που εκφράζουν τον πολιτισμό της χώρας υποδοχής τους.
Το εκπαιδευτικό μας σύστημα δίνει την δυνατότητα της επιλογής και καλώς ποιεί. Από το σημείο αυτό όμως, μέχρι την προβαλλόμενη επιθυμία διαφόρων να ταυτιστούν οι πολλοί με τις εικαζόμενες επιθυμίες και ανάγκες των λίγων, υπάρχει μεγάλη διαφορά. Γιατί εκεί προσπαθούν ορισμένοι να μας οδηγήσουν, χωρίς αιδώ.
Μια φωνασκούσα ιδεολογία προσπαθεί να περιθωριοποιήσει τη θρησκευτικότητα στη σφαίρα του ιδιωτικού. Το μάθημα των Θρησκευτικών εκφράζει πίστη και παράδοση που δεν γίνεται αποδεκτή από όλους, είτε λόγω καταγωγής είτε λόγω επιλογής. Άρα, ή θα μεταλλαχθεί σε μάθημα θρησκειολογίας (από το Δημοτικό σχολείο;) ή θα τονισθούν τα λεγόμενα «πολιτιστικά» του στοιχεία (η παραγωγή πολιτισμού -τέχνης, αρχιτεκτονικής, μουσικής, ζωγραφικής- μέσα από την εξέταση της πίστης και όχι  το δόγμα, η ιστορία, η ηθική, η λατρεία που παράγουν και πολιτισμό) ή θα γίνει μάθημα επιλογής ή θα αποβληθεί από το σχολικό πρόγραμμα. 
Ανάλογη είναι και η αντίληψη για την Ιστορία. Για να προαχθούν τα ιδεολογήματα της φιλίας και της συνεργασίας των λαών, να αποφευχθεί ο εθνικισμός, να λησμονηθεί ό,τι μας χωρίζει ή ό,τι μας πίκρανε στο παρελθόν, χρειάζεται να ξαναγραφτούν τα βιβλία με σκοπό να παρουσιάζεται μόνο ό,τι μας ενώνει. Παράλληλα, οι μαθητές που προέρχονται από άλλη χώρα, δεν θα πρέπει να αισθάνονται άσχημα, αν με αυτή τη χώρα είχαμε ιστορικά προβλήματα. Σκοπός της Ιστορίας, τελικά, δεν είναι η αλήθεια που οι πηγές παρουσιάζουν, αλλά η πολιτική! 
Κανείς δεν αρνείται τις όποιες μονομέρειες των μαθημάτων στο παρελθόν. Ωστόσο, δεν είναι λύση η υποτίμηση, η αποβολή τους, η μετάλλαξή τους σε κάτι που δεν έχει σχέση με αυτό που είμαστε. Γιατί εκεί έγκειται το πρόβλημα. Ότι μέσα σ’ αυτήν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, γίνεται προσπάθεια αλλαγής της ιστορικής μας ταυτότητας, μιας νέας αλλοτρίωσης στο όνομα του μεταμοντέρνου. Η νεωτερικότητα και ο Διαφωτισμός καλλιέργησαν τον εθνικισμό, την αρχαιοπληξία, την άρνηση της πίστης στο όνομα του εκσυγχρονισμού. Η μετανεωτερικότητα, στο όνομα της κοινωνίας των πολιτών, επιχειρεί να καλλιεργήσει την άρνηση της πατρίδας, τη μετάλλαξη της πίστης σε πολιτιστικό στοιχείο, τη λήθη του παρελθόντος και την αναζήτηση της ειρήνης, που θα οδηγήσει όχι στην επίγνωση των διαφορών και την υπέρβασή τους, αλλά στο όραμα μιας καλύτερης ζωής με οικονομικά κριτήρια. 
«Μη Θρησκευτικά και μη Ιστορία, προς Θεού». Ό,τι νοηματοδοτεί την ανθρώπινη κοινωνία, ό,τι κάνει ξεχωριστό έναν λαό είναι η ιστορία του και η θρησκευτική του πίστη. Δεν είναι στοιχεία του ιδιωτικού βίου. Όποιος θέλει να ζήσει σε μια άλλη κοινωνία από εκεί που γεννήθηκε, οφείλει να μελετήσει αυτά τα στοιχεία, να τα σπουδάσει, μαζί με τα δικά του. Γιατί αλλιώς κάθε απόπειρα ένταξης στη νέα πατρίδα θα είναι ανάπηρη. Το κράτος οφείλει να προστατεύσει το δικαίωμα της επιλογής στους νεοεισερχόμενους, καθώς και να τους δώσει το δικαίωμα να κρατήσουν τις παραδόσεις τους, όταν δεν βλάπτουν το κοινωνικό σύνολο. Οφείλει όμως να διαφυλάξει και την ιστορική και θρησκευτική ταυτότητα των πολιτών του, που δεν πρέπει να ξεχνούν. Όχι γιατί υπάρχουν ανώτεροι και κατώτεροι πολιτισμοί, παραδόσεις, θρησκείες. Αλλά, όπως σεβόμαστε το δικαίωμα του άλλου να είναι διαφορετικός, το ίδιο κι εκείνος πρέπει να σεβαστεί το αντίστοιχο δικό μας δικαίωμα. Και είναι γεγονός ότι οι μετανάστες το σέβονται. Εμείς οι ίδιοι, από αίσθημα τυφλού πιθηκισμού της ευρωπαϊκής «λαϊκότητας» επιχειρούμε να αυτοχειριασθούμε για μια ακόμη φορά. Ας αντισταθούμε.